Ας τα πάρουμε ένα ένα τα ανησυχητικά σημάδια:
Περιμένω να μπω στο highspeed και δίπλα μου είναι ένας ηλικιωμένος με τον 45άρη γιο του που είναι-ας τολμήσω τη διάγνωση-αυτιστικός και μερικά σουσούμια του μου θυμίζουν οδυνηρά το Θόδωρο. Είτε ο γιος του κρατάει το χέρι είτε ο πατέρας τον πιάνει, μιλάνε σιγά και ήρεμα και λένε όλα τα προφανή και καθησυχαστικά που λέω κι εγώ με το Ρίκο, «πάμε στην Αθήνα, στις 20.00 ακριβώς θα φύγει το πλοίο» κλπ. Συνειδητοποιώ ότι η κυρία που είναι απέναντι είναι η σύζυγος και μαμά, οπότε του λέω να μετακινηθώ για να κάθονται όλοι μαζί. Με το πιο τρυφερό ύφος του κόσμου (τρυφερό και πειραχτικό προς εκείνη) μου λέει ότι είναι 55 χρόνια μαζί, καλό θα τους κάνει το λίγο χώρια.
Άρα ο άνθρωπος είναι 70 τουλάχιστον χρονών, έχει ζήσει τον αυτισμό επί 45ετία υπολογίζω, κι όμως φοράει φρεσκοσιδερωμένο μπλουζάκι, η κυρία του είναι μια περιποιημένη κυρία με ωραίες πέρλες στο λαιμό, εκ περιτροπής μιλάνε και κρατάνε το χέρι με τόση γλύκα και ηρεμία στο γιο τους και ανταλλάσουν οδηγίες, «μη χαθούμε, θα ‘σαι ή μαζί μου ή με τη μητέρα σου». Κάνοντας μια προβολή στο μέλλον μου (μας) δεν μπορώ να με φανταστώ έτσι, αλλά με τίποτα.
Είναι Σεπτέμβρης και δεν με έχει καταλάβει το λογικό άγχος για το σχολείο του Ρίκου. Όλα αλλάζουν, η δασκάλα, η βοηθός, ο διευθυντής πιθανότατα κι είμαι σε μια ζεν κατάσταση.
Λέω να ξαναγράψω μόλις βγω από τη νιρβάνα.
(να ‘χαμε να λέγαμε πολύ πιθανόν να αποδειχτεί το ποστ και να ξαναγράφω σε δυο ώρες, αλλά μάλλον το βλέπω είτε με την επιστροφή του Ρίκου τη Δευτέρα ή με τα σχολεία)