(μού φαίνεται θα φτάσουν Χριστούγεννα για να προσαρμοστώ)
Καλόμαθα την εβδομάδα της μοναξιάς πιθανολογώ.
Ο Ρίκος για κάποιο λόγο τσεκάρει τα όρια μου: είναι στο μπαλκόνι και κρατάει μανταλάκια, εγώ μέσα διαβάζω για το θεό Όσκαρ Γουάιλντ, την Κοστάνς και το τέρας τον Άλφρεντ Ντάγκλας και του μουρμουρίζω να μην τα πετάξει, γιατί θα μας πάρει όλους ο δαίμων. Με φωνάζει να βγω για να μού δείξει κάτι. Το κάτι είναι που ανοίγει ηδονικά τις παλάμες και τα ρίχνει κάτω ενώ με κοιτάζει όπως η κόμπρα το κουνέλι (αυτό ακούγεται στα όρια των ποιημάτων του Αθανασιάδη-Νόβα).
Δε θέλει και πολλά η ημίτρελη μανούλα για να εκτοξευθεί στο υπερπέραν.
Ο Ρίκος χάνει την έξοδο στο λούνα παρκ, πολύ κλάμα μετά.
Μάλλον έχω ρίξει μια υπερβολική τιμωρία και να σέσω τα φιλοσοφικά που διαβάζω τώρα, αλλά είναι η πρώτη φορά που αντιμετωπίζω αυτή την τόσο εμφανή επίδειξη πυγμής από πλευράς του.