Ήταν αυτές οι τελευταίες 5 μέρες στην Ερέτρια που με προβλημάτισαν σφόδρα. Λες ο Άνταμ Σμιθ να έχει δίκιο, λες να είναι δυνατή η αδιάκοπη βελτίωση της ζωής μου από τούδε και στο εξής?-μέχρι την αρρώστια και τα γηρατειά για να μην ξεχνάμε και τον Ουελμπέκ. (να λείψουν τα σχόλια του τύπου δεν έλεγε αυτό ο Άνταμ Σμιθ, προσπαθούμε να δώσουμε ένα θεωρητικό λούστρο στην αθεράπευτα αισιόδοξη διάθεσή μας).
Αδυνατώ να βρω ένα παλιότερο άρθρο που μελετούσε πώς επηρεάζει το βρεφικό κλάμα το γονιό. Το συμπέρασμα ήταν ότι το κλάμα ενεργοποιεί στον εγκέφαλο την έκκριση ουσιών που κρατούν τη μητέρα σε κατάσταση ετοιμότητας προκειμένου να αντιμετωπίσει τις αυξημένες ανάγκες του βρέφους κατά τους πρώτους μήνες της ζωής του.
Όταν είχα διαβάσει «μήνες» είχα καγχάσει, διότι αυτό το άγχος, ο Θόδωρος να κλαίει και να χτυπιέται χωρίς να μπορώ να καταλάβω τι συμβαίνει ήταν μια χρόνια ιστορία.
Είναι περίπου ενάμισης χρόνος που ο Θοδωρής άρχισε να επικοινωνεί και σιγά σιγά άρχισε η ανάδυση προς ένα πιο ξεκούραστο τρόπο ζωής. Στις χριστουγεννιάτικες διακοπές, παρότι κατά τις 6 παρά ο μικρός ξυπνούσε κι ερχόταν στο κρεβάτι, έπιασα τον εαυτό μου να ξενυχτάει μέχρι τα μεσάνυχτα και να σηκώνεται νωρίς χωρίς να νιώθω κούραση.
Και χτες με εντυπωσίασε με τα πρώτα συνώνυμα: καθώς τραγουδούσε τους Καλικάντζαρους-Η αγέλαστη πολιτεία, μην ξεχνιόμαστε-εκεί που ο στίχος λέει «Χριστούγεννα ζυγώνουνε», ο μικρός μπλόκαρε προς στιγμήν ξεχνώντας το «ζυγώνουνε», αλλά συνέχισε «έρχονται Χριστούγεννα».