Διάβαζα για τις τελευταία δύσκολες νύχτες της Μιράντας. Η αλήθεια είναι ότι εμείς ως μεγαλύτεροι έχουμε λίγο πολύ ξεφύγει από τις κρίσεις που περιγράφει-κι εγώ με τη χαρακτηριστική μνήμη χρυσόψαρου τα έχω ξεχάσει.
Ο μικρός ήταν ανέκαθεν εύκολος στον ύπνο, ως μωρό δε δεν ήθελε καν αγκαλιά για να κοιμηθεί (και δεν υποψιαστήκατε αυτισμό, μαντάμ?). Κρίσεις θυμού είχε συνήθως πριν κοιμηθεί, αν ήταν πολύ πτώμα και δεν είχαμε προλάβει να τον οριζοντιώσουμε, αλλά σπανίως θα ξυπνούσε μέσα στη νύχτα.
Αντίθετα, λόγω των ατονικών επιληπτικών κρίσεων κοιμόταν πολύ βαθιά.
Χτες όμως ήταν η μέρα μας: αδιαθεσίες και ιώσεις πυροδοτούν μίνι επιληπτικές κρίσεις, οπότε το βράδυ το βγάλαμε στο διπλό κρεβάτι. Κρίση δευτερολέπτων-ο μικρός φοβισμένος, έντονη ταχυπαλμία, ξαπλωτή αγκαλιά, μόλις συνέρχεται «δεν είμαι κουρασμένος»-, βαθύς ύπνος μέχρι την επόμενη (2-3 συμβαίνουν συνολικά). Όταν λέει «δεν είμαι κουρασμένος» εννοεί «έχω συνέλθει, είμαι πλέον καλά», αλλά ψάχνω μια σωστή φράση να το εκφράζει, γιατί δεν έχω εικόνα του πώς νιώθει. Επιπλέον μπερδεύομαι όταν το λέει πραγματικά, μήπως συνέβη καμιά κρίση και πέρασε απαρατήρητη.
Στο Σάβανο ο Μπάνβιλ περιγράφει πώς βιώνει η Κας τις επιληπτικές της κρίσεις-κι άλλες αναφορές έχω δει, αλλά είναι θέμα που δεν πολυπλησιάζω. Δεν ξέρω αν το Ρίκο τον τρομάζει αυτό καθεαυτό το συμβάν ή το ότι δεν καταλαβαίνει τι του συμβαίνει.
Το γεγονός είναι ότι το θέμα επιληψία δεν το πολυαγγίζω ή αναφέρω, το έχουμε αντιμετωπίσει χειρουργικά, τώρα με φαρμακευτική αγωγή-Trileptal. Δεν είναι κάτι σαν τον αυτισμό που τον νιώθω σαν χαρακτηριστικό στοιχείο του παιδιού, αυτό το αντιλαμβάνομαι σαν πραγματική πρόβλημα εφόσον τον κάνει να υποφέρει.
Κι επειδή δεν μπορώ τα νταουνιαστικά κλεισίματα, η συμμετοχή μου στο παιχνίδι του Αθήναιου, από ένα βιβλίο που έχει παίξει πολύ ιντερνετικά, το «Τι είδε η γυναίκα του Λωτ», της Ιωάννας Μπουραζοπούλου:
«Φώναξα 'Το κλειδί! Λείπει το κλειδί!' και όλοι πάγωσαν. Το κλειδί αυτό δεν το έβγαζε ποτέ από το λαιμό του ο Βερά, δεν μπορούσε δηλαδή να το βγάλει, γιατί η αλυσίδα ήταν πολύ κοντή και δεν είχε κούμπωμα –μόνο αν το έκοβε με τανάλια. Ο Σικουάν, που αγόρευε μέχρι εκείνη την ώρα αναπτύσσοντας κάποια θεωρία περί αυτοκτονίας, κατάπιε τη γλώσσα του».
Απόσπασμα το οποίο αποδεικνύει περίτρανα ότι δεν ξέρω αν η περίοδος οριοθετείται σώνει και καλά από τελεία ή και άλλο σημείο στίξης-τα θαυμαστικά εν προκειμένω?