Όπως πάντα, κάθε φορά που χρειάζομαι δημόσια υπηρεσία (τομέας εκπαίδευση) προετοιμάζομαι ψυχολογικά αρχίζοντας με τηλεφωνήματα. Τα τηλεφωνήματα θα ατσαλώσουν το ηθικό μου, θα μού θυμίσουν ότι δεν έχω να κάνω με κανονικούς ανθρώπους κι ότι καμιά πλευρά δεν παίρνει αιχμαλώτους-πώς βάφει ο Ράμπο με λάσπη τα μάγουλα του, κάτι τέτοιο.
Τηλεφώνημα για να ρωτήσω ποια είναι η διαδικασία για να πάει ένα παιδί από ειδικό σε γενικό και ποιοι εμπλέκονται. Μου έχουν τύχει τα εξής:
Το τηλέφωνο στάνταρ θα το σηκώσει κάποιος που είτε έχει 20’ διορισμένος είτε 20 χρόνια το μόνο που έχει εμπεδώσει μέχρι στιγμής όσον αφορά τη δουλειά του είναι η διαδρομή τουαλέτα-κυλικείο και τούμπαλιν. Μάταιο.
Ο υπάλληλος είναι οπαδός του πάω αργά γιατί βιάζομαι, σπεύδειν βραδέως, τι ρωτάτε από τώρα για τότε, του slow food και του Αλλάχ ακμπάρ. Εξίσου μάταιη η απόπειρα.
Είμαι ο πρώτος άνθρωπος που κατάφερε να έχει ένα αίτημα που εκατομμύρια συνέλληνες ουδέποτε αναρωτήθηκαν σχετικά στο παρελθόν. Είναι λογικό να μην υπάρχει know how.
Κάποια στιγμή προβάλλει η μυθική έννοια του σχολικού συμβούλου, το yeti πιο πραγματικό (και εξυπηρετικό έχω λόγους να υποθέσω) είναι. Στο τηλέφωνο θα σου πουν ότι ο σύμβουλος είναι στο γραφείο κάθε δεύτερη Πέμπτη, 11.58-12.03, αν δεν έχει βγει να πάει σε σχολείο, αν δεν είναι η πρώτη μέρα των εκπτώσεων και αν δεν του έχει τύχει κάτι εξαιρετικά επείγον-η συνωμοτική φωνή υπαινίσσεται μέχρι και υπουργοποίηση.
Επόμενο στάδιο: πλησιάζω το θηρίο στη φωλιά του.